Γλαύκωμα είναι μία ομάδα από οφθαλμικές παθήσεις που έχουν σαν κοινό χαρακτηριστικό την καταστροφή του οπτικού νεύρου. Το οπτικό νεύρο μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι λειτουργεί σαν ένα καλώδιο που περιέχει ίσως και περισσότερες απο 1 εκατομμύριο νευρικές ίνες και μεταφέρει την εικόνα που βλέπουμε στον εγκέφαλο. Όταν το οπτικό νεύρο υποστεί κάποια βλάβη, τότε η όραση βλάπτεται και σιγά σιγά εξασθενεί.
Η πλειοψηφία των ασθενών που έχουν γλαύκωμα δεν αντιλαμβάνονται κάποιο σύμπτωμα, παρά μόνο όταν έχουν χάσει σημαντικό μέρος της όρασης τους. Για το λόγο αυτό οι ασθενείς πρέπει να εξετάζονται τακτικά, μία ή δύο φορές το χρόνο, ιδίως αν η ηλικία τους είναι άνω των σαράντα ετών. Ο οφθαλμίατρος μπορεί να εντοπίσει τις γλαυκωματικές αλλοιώσεις πριν υπάρξει αξιοσημείωτη βλάβη, εξετάζοντας το βυθό του οφθαλμού ή με τη βοήθεια ειδικών εξετάσεων όπως είναι η περιμετρία.
Η εξέταση του οπτικού νεύρου αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της εξέτασης για το γλαύκωμα. Ο οφθαλμίατρος μπορεί να εκτιμήσει με τον τρόπο αυτό εάν το οπτικό νεύρο έχει κάποια βλάβη, ή εάν η υπάρχουσα βλάβη επεκτείνεται. Με την εξέταση του οπτικού σας νεύρου ο οφθαλμίατρος μπορεί να διαγνώσει εάν υπάρχει γλαύκωμα ή να καθορίσει την πορεία της νόσου.
Το οπτικό νεύρο βρίσκεται στο πίσω μέρος του οφθαλμού, στο βυθό. Αποτελείται από νευρικές ίνες οι οποίες καταλήγουν μέσα στον οφθαλμό, στα κύτταρα του αμφιβληστροειδή χιτώνα. Ο αμφιβληστροειδής χιτώνας αποτελεί τον φωτοευαίσθητο χιτώνα του ματιού μας. Όταν ο οφθαλμίατρος εξετάζει (βυθοσκοπεί) τον ασθενή, μπορεί να διακρίνει το οπτικό νεύρο (οπτική θηλή) όπως επίσης και τις νευρικές ίνες να απλώνονται πάνω στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Αν και το οπτικό νεύρο μπορεί να επηρεαστεί από διάφορες ασθένειες, η βλάβη που οφείλεται στο γλαύκωμα έχει μία χαρακτηριστική εμφάνιση η οποία επιτρέπει στον οφθαλμίατρο να διαγνώσει το γλαύκωμα.
Αλλες μέθοδοι για την εξέταση του οπτικού νεύρου που χρησιμοποιούνται συνήθως και αποτελούν χρήσιμα εργαλεία για την εκτίμηση της βλάβης του νεύρου και την πορεία του γλαυκώματος είναι η περιμετρία (εξέταση του οπτικού πεδίου), το HRT (Heidelberg Retina Tomograph), το OCT (Ocular Coherence Tomography) κ.α.
Στο γλαύκωμα (όπου οι οπτικές ίνες καταστρέφονται), δημιουργείται μεγαλύτερη κοίλανση (δηλαδή ο κίτρινος εσωτερικός δακτύλιος είναι μεγαλύτερος από το συνηθισμένο). Ειδικά όταν το μέγεθος της κοίλανσης είναι διαφορετικό ανάμεσα στα δύο μάτια ενός ασθενή, ο οφθαλμίατρος μπορεί να διαγνώσει νωρίς το γλαύκωμα με τη βοήθεια αυτού του στοιχείου.
Η εξέταση του οπτικού πεδίου χρησιμοποιείται για την εξέταση του οπτικού νεύρου και την εκτίμηση της πορείας του γλαυκώματος. Η εξέταση του οπτικού πεδίου μετράει την ικανότητα του ασθενή να αναγνωρίζει το φως σε κάθε περιοχή του αμφιβληστροειδή χιτώνα (και με αυτόν τον τρόπο να εκτιμηθεί το ποσοστό των νευρικών ινών που έχουν καταστραφεί από το γλαύκωμα). Η εξέταση του οπτικού πεδίου αποτελεί μία από τις πιο ουσιαστικές εξετάσεις για τη διάγνωση του γλαυκώματος. Όταν έχει ήδη διαγνωσθεί γλαύκωμα, η εξέταση αυτή βοηθάει τον οφθαλμίατρο να εκτιμήσει την πορεία της νόσου (αν μένει στάσιμη ή επιδεινώνεται).
Με την εξέταση HRT καταγράφεται με τη βοήθεια ενός τομογράφου η οπτική θηλή και μεταξύ άλλων υπολογίζεται με πολύ υψηλή ακρίβεια το πάχος των νευρικών ινών. Η εξέταση αυτή βοηθά τον οφθαλμίατρο στη διάγνωση και στην εκτίμηση της πορείας του γλαυκώματος. Ανάλογη χρήση έχουν και άλλες εξετάσεις (όπως πχ το OCT, το GDx κ.α.).
Δεν είναι γνωστές οι αιτίες του γλαυκώματος. Σε μερικές περιπτώσεις το οπτικό νεύρο καταστρέφεται λόγω υψηλής ενδοφθάλμιας πίεσης. Όταν ελαττώνουμε την ενδοφθάλμια πίεση, μπορούμε να σταματήσουμε ή να καθυστερήσουμε την καταστροφή του οπτικού νεύρου. Σε ορισμένους ασθενείς, η καταστροφή του οπτικού νεύρου μπορεί να συνεχίζεται ακόμη και αν η ενδοφθάλμια πίεση διατηρείται χαμηλή. Η έρευνα παγκοσμίως συνεχίζεται ώστε να καταλάβουμε τις αιτίες της γλαυκωματικής βλάβης σε αυτούς του ασθενείς και να αναπτύξουμε νέες θεραπείες για την προστασία του οπτικού νεύρου.
Πολλές καταστάσεις μπορεί να προκαλέσουν υψηλή ενδοφθάλμια πίεση. Έτσι η ενδοφθάλμια πίεση μπορεί να αυξηθεί λόγω φλεγμονής, αιμορραγίας, τραυματισμού, όγκου, συγγενούς δυσπλασίας, χρήσης φαρμάκων κ.α. Παρ\’ όλα αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις γλαυκώματος δεν αναγνωρίζεται καμία ιδιαίτερη ανωμαλία. Αυτή η περίπτωση είναι γνωστή ως πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας. Σε άλλες περιπτώσεις ο οφθαλμός μπορεί να παρουσιάζει ανωμαλίες που προκαλούν γλαύκωμα κλειστής γωνίας. Το γλαύκωμα κλειστής γωνίας μπορεί να αποτελέσει οξεία κατάσταση και να χρειαστεί άμεση αντιμετώπιση.
Έχουν περιγραφεί τουλάχιστον πενήντα μηχανισμοί οι οποίοι μπορούν να αυξήσουν την ενδοφθάλμια πίεση, αλλά όλοι προκαλούν παρόμοιες βλάβες στο οπτικό νεύρο. Όλες οι μέθοδοι θεραπείας για το γλαυκωμα σήμερα έχουν σαν στόχο κυρίως τη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης σε ένα επίπεδο όπου θα προλαβαίνουμε την περαιτέρω καταστροφή του οπτικού νεύρου.
Το τονόμετρο Goldmann με το οποίο μετρούμε συνήθως την ενδοφθάλμιο πίεση, δίνει αξιόπιστες μετρήσεις, με την προϋπόθεση ότι ένας άνθρωπος έχει πάχος κεντρικής περιοχής του κερατοειδούς περίπου 545mm. Αποδείχθηκε όμως ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι το ίδιο πάχος κερατοειδούς. Έτσι σε αυτούς που έχουν λεπτούς κερατοειδείς η ενδοφθάλμια πίεση υποεκτιμάται, ενώ σε αυτούς που έχουν παχύτερους του μέσου όρου κερατοειδείς η ενδοφθάλμια πίεση υπερεκτιμάται. Η παχυμετρία κερατοειδούς αποτελεί μία υπερηχογραφική (συνήθως) μελέτη του πάχους του κερατοειδούς, η οποία επιτρέπει στον οφθαλμίατρο να εκτιμήσει με μεγάλη ακρίβεια την μετρούμενη ενδοφθάλμια πίεση.
Σε γενικές γραμμές το γλαύκωμα χωρίζεται σε δύο τύπους: στο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας και στο γλαύκωμα κλειστής γωνίας. Στο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας ο οφθαλμίατρος είναι σε θέση να βλέπει το αποχετευτικό σύστημα του οφθαλμού με ειδικές εξετάσεις, αλλά δεν είναι δυνατόν να δει σε ποιο σημείο υπάρχει το πρόβλημα. Στο γλαύκωμα κλειστής γωνίας το αποχετευτικό σύστημα παρεμποδίζεται συνήθως από την ίριδα και το υδατοειδές υγρό δεν είναι σε θέση να φθάσει στον ηθμό και να παροχετευτεί. Η συχνότερη μορφή γλαυκώματος είναι το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας.
Ο σημαντικότερος στόχος στη θεραπεία του γλαυκώματος είναι η διατήρηση της όρασης προλαμβάνοντας τις βλάβες του οπτικού νεύρου. Είναι γνωστό ότι η υψηλή ενδοφθάλμια πίεση μπορεί να προκαλέσει βλάβες στο οπτικό νεύρο. Για το λόγο αυτό προσπαθούμε να το προστατέψουμε μειώνοντας την ενδοφθάλμια πίεση. Όλες οι θεραπείες που υπάρχουν σήμερα έχουν σαν στόχο τη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Είναι γενικά αποδεκτό ότι ελαττώνοντας την πίεση, επιβραδύνουμε ή σταματάμε την απώλεια του οπτικού πεδίου στους περισσότερους ασθενείς. Είναι αλήθεια ότι κάποιοι ασθενείς συνεχίζουν να χάνουν μέρος της όρασης τους ακόμη και όταν η πίεση έχει μειωθεί σημαντικά, παρ\’ όλα αυτά οι περισσότεροι είναι σε θέση να τη διατηρήσουν.
Υπάρχουν τρεις βασικές επιλογές για τη θεραπεία του γλαυκώματος:
α. φαρμακευτική αγωγή (κολλύρια ή δισκία).
β. επέμβαση με laser. Τα laser είναι διαφόρων ειδών (π.χ. επιλεκτική laser τραμπεκουλοπλαστική (SLT), ενδοκυκλοφωτοπηξία (ECP), YAG laser ιριδοτομή, κυκλοφωτοπηξία με diode laser κ.α.) και εφαρμόζονται σε διάφορες θέσεις του οφθαλμού.
γ. χειρουργική επέμβαση (τραμπεκουλεκτομή ή παρόμοια συριγγοποιητική επέμβαση).
Ο οφθαλμίατρος λαμβάνει υπ\’ όψιν του πολλούς παράγοντες προκειμένου να αποφασίσει την κατάλληλη θεραπεία για τον κάθε ασθενή χωριστά.
Στην κλινική μας παρέχονται όλα τα απαραίτητα μέσα (τεχνολογικός εξοπλισμός και εξειδικευμένο προσωπικό) προκειμένου να γίνει η σωστή διάγνωση και να εφαρμοστεί η δέουσα θεραπεία που θα επιλέξει ο θεράπων οφθαλμίατρος.