Τα δάκρυα αποχετεύονται στη μύτη μέσω δύο μικρών πόρων (δακρυϊκά σημεία) στην έσω γωνία του άνω και κάτω βλεφάρου. Τα σημεία αυτά οδηγούν σε ένα οριζόντιο κανάλι αποχέτευσης (δακρυϊκό σωληνάριο). Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε ένα ασκό παροχέτευσης κάτω από το δέρμα στην έσω γωνία του οφθαλμού (δακρυϊκός ασκός). Αυτός ο ασκός αποχετεύει τα δάκρυα προς τα κάτω (μέσω του ρινοδακρυϊκού πόρου), μέσω του ρινικού οστού στη μύτη.
Στένωση των δακρυϊκών πόρων
Η στένωση, αλλά και η ανωμαλία ή απόφραξη των αποχετευτικών πόρων μπορεί να οδηγήσει σε εφύγρανση των οφθαλμών, που ονομάζεται δακρύρροια ή επιφορά. Αυτό μπορεί να προκαλέσει συσσώρευση βλέννας στον ασκό, προκαλώντας υποτροπιάζουσες μολύνσεις (δακρυοκυστίτιδα).
Θεραπεία:
Δακρυοασκορρινοστομία (DCR)
Η επέμβαση DCR δημιουργεί μια παράκαμψη προκειμένου τα δάκρυα να παροχετεύονται μέσα στη μύτη. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω μιας μικρής τομής μεταξύ του δακρυϊκού ασκού και της μύτης, με ένα κανάλι που δημιουργείται στο οστό για να επιτρέψει τη σύνδεση μεταξύ αυτών των δύο δομών. Έτσι, με αυτήν την επέμβαση μπορεί να παρακαμφθεί κάθε απόφραξη ή στένωση του ρινοδακρυϊκού πόρου.
Η χειρουργική επέμβαση για τους ασθενείς που αντιμετωπίζουν προβλήματα με σημαντική έκκριση βλέννας, έχει ένα πολύ υψηλό ποσοστό επιτυχίας (μείωση των συμπτωμάτων σε τουλάχιστον 95% των ασθενών). Χαμηλότερο ποσοστό επιτυχίας (85% περίπου) συνοδεύει τους ασθενείς που έχουν επιφορά, ακόμη και εάν το κανάλι κατασκευαστεί επιτυχώς. Αντιπηκτικά φάρμακα όπως η ασπιρίνη, θα πρέπει να διακοπούν 2 εβδομάδες πριν την επέμβαση.
Περιγραφή της επέμβασης
Η επέμβαση αυτή περιλαμβάνει μια τομή 1,5 εκατοστού διαμέσου του δέρματος από την πλευρά της μύτης. Στη συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων, η τομή επουλώνεται πολύ καλά, αφήνοντας μόνο μια λεπτή αμυδρή γραμμή. Τα ράμματα στο δέρμα της μύτης αφαιρούνται 2 εβδομάδες αργότερα. Τέλος, ένα λεπτό σωληνάκι σιλικόνης (stent) μένει πάνω στη μύτη, το οποίο συνήθως περνά απαρατήρητο από τον ασθενή μέχρι την απομάκρυνσή του έξι εβδομάδες αργότερα. Η επέμβαση διαρκεί περίπου μία ώρα και μπορεί να γίνει υπό πλήρη γενική αναισθησία ή με τοπική αναισθησία και ενδοφλέβια μέθη.
Σε γενικές γραμμές, η πιθανότητα θεραπείας από την ενοχλητική κολλητικότητα και την εκροή από τον οφθαλμό είναι της τάξης του 95%. Ωστόσο, το ποσοστό επιτυχίας για πλήρη θεραπεία της δακρύρροιας εξαρτάται από τον βαθμό απόφραξης προεγχειρητικά και το σημείο της απόφραξης. Σε γενικές γραμμές είναι στα επίπεδα του 85%.